
Το 1872 ο βασιλιάς Γεώργιος Α’, μετά από υπόδειξη του αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλλερ, αγόρασε εκτάσεις 16.000 στρεμμάτων στο Τατόι προκειμένου να κτίσει εκεί τη θερινή κατοικία του. Τα επόμενα χρόνια προστέθηκαν το Μπάφι και το οροπέδιο της Δρίζας και έως τη δεκαετία του 1890 το βασιλικό κτήμα είχε τη μείζονα έκτασή του: 47.427 στρέμματα. Ο Γεώργιος έδωσε προτεραιότητα στη φύτευση του δάσους και στην οργάνωση της οικονομίας του κτήματος που βασίστηκε στην αγροτική εκμετάλλευση. Ταυτόχρονα εγκαινίασε εκτεταμένο οικοδομικό πρόγραμμα που περιελάμβανε την ανέγερση ποικίλης χρήσης κτιρίων, απαραίτητων για την εύρυθμη λειτουργία ενός βασιλικού κτήματος. Μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν κτιστεί εργατικές κατοικίες, οινοποιείο, βουτυροκομείο, βουστάσιο, ιπποστάσιο, μαγειρείο, φυλάκιο, διευθυντήριο, κτίριο φρουράς, σχολείο των βασιλοπαίδων, ξενώνας, ιερός ναός, μαυσωλείο και κοιμητήριο της βασιλικής οικογένειας, καθώς και το περίφημο ξενοδοχείο «Τατόϊον». Η μοίρα όμως του κτήματος υπήρξε συνυφασμένη με τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ελλάδα του 20ού αι. Το Τατόι πέρασε περιόδους ευημερίας, διώξεων, επανόδων, εγκατάλειψης, λεηλασιών και δικαστικών διαμαχών μέχρι τις 7 Μαρτίου 2003 που το ανέλαβε ως νέος ιδιοκτήτης του το Ελληνικό Δημόσιο. Την τελευταία δεκαετία το Υπουργείο Πολιτισμού έχει θέσει ως πρωτεύοντα στόχο του την καταγραφή και συντήρηση των κειμηλίων που διασώθηκαν στα διάφορα κτίρια του κτήματος, καθώς και στην προστασία, αποκατάσταση και ανάδειξη των κτιρίων του και του φυσικού περιβάλλοντος. Ο ιστορικός πυρήνας του κτήματος θα αποτελέσει έναν σημαντικό πόλο αναψυχής και ευεξίας στην Αττική και οι μουσειακές υποδομές του θα αφηγούνται ένα αναπόσπαστο μέρος της νεότερης ιστορίας της χώρας μας.
Η ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ με γνώμονα τη σπουδαία ιστορική, πολιτιστική, περιβαλλοντική και αρχιτεκτονική αξία του Τατοΐου ενστερνίστηκε άμεσα το όραμα του ΥΠΠΟΑ για την αποκατάσταση του ιστορικού πυρήνα του. Οι δωρεές της έχουν υποστηρίξει ποικιλοτρόπως το συνολικό πρόγραμμα και συνοψίζονται σε τρεις βασικούς τομείς: Μελέτες – Έργα υποδομής και εξοπλισμού – Έργα αποκατάστασης.
ΜΕΛΕΤΕΣ: Η ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ πραγματοποίησε δωρεά τριών μελετών, η εκπόνηση των οποίων ήταν απαρέγκλιτη προϋπόθεση για την εξασφάλιση των πόρων για την υλοποίηση των σχετικών έργων.
Η μελέτη για την αποκατάσταση του τοπίου και του φυσικού περιβάλλοντος αφορά ένα σύνολο επεμβάσεων -σε περιοχή έκτασης 1.506 στρεμμάτων-, που εναρμονίζονται με την ορθή πρακτική, με σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον, λαμβάνοντας υπόψη τις φυσικές διεργασίες που συντελούνται μετά από πυρκαγιά. Με βάση τα δασικά είδη που συνιστούσαν το δάσος και εμπλουτίζοντας τη φυτική παλέτα με φυλλοβόλα και αειθαλή ξηρανθεκτικά, θα γίνει αποκατάσταση του τοπίου, ενίσχυση της βιοποικιλότητας για τη δημιουργία ανθεκτικών οικοσυστημάτων, που θα λειτουργήσουν ως πυρήνας «επιταχυντής» στην αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής. Η δημιουργία τράπεζας σπόρων και η παραγωγή μητρικών φυτών για τον εμπλουτισμό και ενίσχυση των ειδών που καλλιεργούνται στα δασικά φυτώρια, εντάσσεται στους βασικούς στόχους. Η αποκατάσταση του τοπίου σε συνδυασμό με τις βέλτιστες πρακτικές δασικής διαχείρισης, στοχεύει στη θωράκιση του ιστορικού πυρήνα και τη μείωση έκθεσής του σε πυρκαγιές. Οι τεχνικές αποκατάστασης του τοπίου, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση προγραμμάτων τεχνητής αναδάσωσης για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των δασικών οικοσυστημάτων στη Μεσόγειο, την προστασία της βιοποικιλότητας, την κλιματική προσαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Η αποκατάσταση του τοπίου του ιστορικού πυρήνα είναι σύμφωνη με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ και εντάσσεται στις ενέργειες για την αειφόρο διαχείριση των φυσικών πόρων και τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, καθώς περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη βελτίωση διαχείρισης του εδάφους και τη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα.
Η μελέτη Αποκατάστασης των Κήπων ακολουθεί τις αρχές διατήρησης και αποκατάστασης ιστορικών κήπων (ICOMOS, Florence Charter 1981), με στόχο την ανασύσταση των Κήπων και τη δημιουργία υπαίθριων χώρων, ελεύθερα προσβάσιμων από όλους. Με αφετηρία την αποκάλυψη του αναγλύφου, τονίζεται η επικλινής περίμετρος των Κήπων με τη δημιουργία του Άλσους. Η διαχείριση της μετάβασης μεταξύ δάσους και ιστορικού Κήπου, και η αντίληψή του ως περίκλειστου τοπίου, εντείνεται, με την εμβύθιση κατά τη διάρκεια της περιήγησης. Ο επισκέπτης, ακολουθεί τα παλαιά μονοπάτια για να ανακαλύψει τα επιμέρους τοπία. Η κεντρική Αλέα αποκαθίσταται με πλατάνια, ενώ εκατέρωθεν αυτής, δημιουργούνται ροδώνες. Ανασυστήνονται, οι Κυπαρισσώνες, ο Οπωρώνας και το Ξέφωτο. Δίνεται έμφαση στη βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητα του τοπίου, με τη χρήση αειθαλών και φυλλοβόλων ειδών, με χαμηλές υδατικές ανάγκες, αντοχή στις υψηλές θερμοκρασίες και την ξηρασία. Στην επιλογή των φυτών, βασική παράμετρος είναι η αντοχή στη φωτιά και η επιβράδυνσή της. Τα δένδρα -πλατάνια, κυπαρίσσια, αριές, φτελιές, καστανιές, αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία του ιστορικού τοπίου, και είναι ιδιαίτερα σημαντικά στη συνολική σύνθεση και διαχείριση του φυτικού πλούτου. Το έργο έχει οικολογικό πρόσημο με τη δημιουργία υδατοπερατών επιφανειών, σε μια ολιστική προσέγγιση για τη θωράκιση στην κλιματική αλλαγή. Η επιλογή των φυτικών ειδών συμβάλλει στην ενίσχυση της βιοποικιλότητας και τη δημιουργία ανθεκτικών οικοσυστημάτων.
Το παλαιό βουστάσιο του Τατοΐου ανήκει στο πρώτο οικοδομικό πρόγραμμα του βασιλικού κτήματος (1875-1879). Παρά τον αγροτικό του χαρακτήρα, πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα κτίσματα του χώρου. Ακολουθεί το πρότυπο ευρωπαϊκών αγροτικών κτηρίων της εποχής, με χώρο για τα ζώα στο ισόγειο και για την αποθήκευση της τροφής τους στον όροφο. Το σύνολο των μελετών αποκατάστασής του περιέλαβε τη στερέωση και αποκατάσταση του μνημείου και την αναπαράσταση της αρχικής μορφής της στέγης του βάσει παλαιών φωτογραφιών, καθώς και επεμβάσεις στο εσωτερικό του κτιρίου που απαιτούνται από τη νέα χρήση του ως μουσείου έκθεσης των βασιλικών αμαξών. Το σύνολο των μελετών εγκρίθηκε το 2021 από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων.
ΕΡΓΑ ΥΠΟΔΟΜΗΣ ΚΑΙ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ: Εξ αρχής της προσπάθειας του ΥΠΠΟΑ να διασώσει και να συντηρήσει τα κειμήλια που εντοπίστηκαν στα κτίρια του π. βασιλικού κτήματος, η ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ προχώρησε σε μία σειρά σημαντικών δωρεών που διευκόλυναν τις σχετικές εργασίες των υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού.
ΕΡΓΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ: Μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 2021 που έπληξε σημαντικό μέρος της δασικής έκτασης του Τατοΐου, αλλά και κάποια από τα πιο εμβληματικά κτίριά του, η ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ υποστήριξε ποικιλοτρόπως τις εργασίες αποκατάστασης.